- ὠφέλησαν
- ὠφελέωhelpaor ind act 3rd plὠφελέωhelpaor ind act 3rd pl (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ὠφελῆσαν — ὠφελέω help aor part act neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… … Dictionary of Greek
ωφελώ — ὠφελῶ, έω, ΝΜΑ 1. παρέχω ωφέλεια, κάνω καλό σε κάποιον, βοηθώ, εξυπηρετώ (α. «οι διακοπές τόν ωφέλησαν πολύ» β. «τὰ μηδέν ὠφελοῡντα μὴ πόνει μάτην», Αισχύλ.) 2. μέσ. ωφελούμαι και ὠφελοῡμαι, έομαι έχω ώφελος, έχω συμφέρον, κερδίζω (α. «βγήκε… … Dictionary of Greek
Αϊτή — Νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής θάλασσας, στην Κεντρική Αμερική.Βρέχεται στα Β από τον Ατλαντικό ωκεανό, στα Δ και Ν από την Καραϊβική θάλασσα, ενώ στα Α συνορεύει με τη Δομινικανή Δημοκρατία, με την οποία μοιράζονται το έδαφος του νησιού… … Dictionary of Greek
Γαλλική Επανάσταση — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζονται τρεις μεγάλες επαναστάσεις στην ιστορία της σύγχρονης Γαλλίας (1789 92, 1830 και 1848), με σημαντικότερη ασφαλώς την πρώτη, που εισήγαγε το πολίτευμα της σύγχρονης αντιπροσωπευτικής (κοινοβουλευτικής) δημοκρατίας.… … Dictionary of Greek
Ναπολέων Γ’ — (Napoleon III, Παρίσι 1808 – Τσίσλεχερστ, Αγγλία 1873). Αυτοκράτορας των Γάλλων. Το όνομά του ήταν Λουδοβίκος Ναπολέων Βοναπάρτης, γιος του βασιλιά της Ολλανδίας Λουδοβίκου, αδελφού του Ναπολέοντα A’, και της Ορτάνς ντε Μποαρνέ. Μετά την πτώση… … Dictionary of Greek